Νέες θεραπείες για τον καρκίνο του πνεύμονα
Ο ογκολόγος Δρ. Νικόλαος Κεντεποζίδης, Διευθυντής Ογκολογικής Κλινικής 251 Γενικού Νοσοκομείου Αεροπορίας, Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, εξηγεί στο Υγείαonline.gr, τις κλινικές έρευνες που περιλαμβάνουν νέες στοχευμένες θεραπείες για την βελτίωση της επιβίωσης, σε ασθενείς με καρκίνο του πνεύμονα.
Ο καρκίνος του πνεύμονα είναι ο πιο συχνά διαγνωσμένος καρκίνος στον κόσμο, αλλά και ο πρώτος σε θάνατο καρκίνος στους άνδρες παγκόσμια. Για τις γυναίκες είναι ο τέταρτος συχνότερος καρκίνος και ο δεύτερος σε θάνατους από καρκίνο. Ο κίνδυνος είναι σημαντικά πιο αυξημένος για τους καπνιστές. Κλινικές έρευνες σε εξέλιξη και κλινικές μελέτες περιλαμβάνουν νέες στοχευμένες θεραπείες που υπόσχονται βελτίωση της επιβίωσης σε ασθενείς με καρκίνο του πνεύμονα.
Στοχευμένοι θεραπευτικοί παράγοντες, βασισμένοι σε γενετικές μεταλλάξεις και αλλαγμένα μονοπάτια σηματοδότησης στον καρκίνο του πνεύμονα, έχουν προσθέσει στη φαρέτρα νέα όπλα με μικρότερες παρενέργειες. Σήμερα, τέσσερις στοχευμένες θεραπείες έχουν λάβει έγκριση για τη θεραπεία του καρκίνου του πνεύμονα από τον Αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA): gefitinib το 2002, erlotinib to 2003, bevacizumab το 2006 και crizotinib το 2011.
Οι δύο αναστολείς τυροσινικής κινάσης που πρόσφατα εγκρίθηκαν για τον καρκίνο του πνεύμονα είναι το gefitinib και erlotinib, παράγοντες που στοχεύουν τις μεταλλάξεις του EGFR. Οι μεταλλάξεις EGFR είναι ειδικός στόχος για θεραπεία με αναστολείς κινασών αλλά και πιστοποιημένος βιοδείκτης για ανταπόκριση στη θεραπεία.
Με βάση τα σημερινά δεδομένα, θα πρέπει να γίνεται έλεγχος για μεταλλάξεις EGFR και εάν αυτές υπάρχουν να χορηγούνται αυτοί οι αναστολείς τυροσινικών κινασών. Για ασθενείς με αδενοκαρκίνωμα πνεύμονος που έλαβαν gefitinib ή erlotinib παρατηρήθηκαν πολύ καλές ανταποκρίσεις (σε μελέτες, ποσοστό 17%-22% των ασθενών είχαν ανταπόκριση στο gefitinib).
Επίσης, πρόσφατες μελέτες δείχνουν ότι ο μη μικροκυτταρικός καρκίνος του πνεύμονα, εκτός αυτού του πλακώδους τύπου, σχετίζεται με πολύ καλή ανταπόκριση σε θεραπεία με bevacizumab. Το bevacizumab είναι μονοκλωνικό αντίσωμα με υψηλή συνάφεια με τον αγγειακό ενδοθηλιακό αυξητικό παράγοντα (VEGF). alt
Η κλινική δράση του bevacizumab στον ανεγχείρητο, τοπικά εκτεταμένο, μεταστατικό ή σε υποτροπή καρκίνο του πνεύμονα, ήταν εμφανής αρχικά σε μη προθεραπευμένους ασθενείς. Ασθενείς με μη πλακώδη ιστολογικό τύπο είναι οι μόνοι ασθενείς που έχουν οφέλη από τη θεραπεία με bevacizumab σε συνδυασμό με χημειοθεραπεία. Η χρήση του αντενδείκνυται στον πλακώδη ιστολογικό τύπο.
Τέλος, το crizotinib έχει εγκριθεί για τη θεραπεία ασθενών με τοπικά εκτεταμένο ή μεταστατικό μη μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα που είναι θετικός για την κινάση αναπλαστικού λεμφώματος (ALK). Παρότι μικρός ο αριθμός των ασθενών που εκφράζουν ALK, το ποσοστό ανταπόκρισης είναι πολύ σημαντικό σε αυτόν τον ειδικό αναστολέα.
Συνοψίζοντας, ο μοριακός έλεγχος του καρκίνου του πνεύμονα επεκτείνει το εξειδικευμένο έργο των ογκολόγων, οι οποίοι ταυτοποιούν δείκτες καρκίνου που είναι ενδεικτικοί ευαισθησίας ή αντίστασης σε διάφορες στοχευμένες θεραπείες και επιτρέπει σε συγκεκριμένους ασθενείς με καρκίνο να λαμβάνουν περισσότερο δραστικές και λιγότερο τοξικές θεραπείες.
Νικόλαος Κ. Κεντεποζίδης
Ογκολόγος – Παθολόγος
Διευθυντής Ογκολογικής Κλινικής 251 Γενικού Νοσοκομείου Αεροπορίας
Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών